Κοιτώντας πίσω στην ιστορία της αρχιτεκτονικής σπιτιού, σχηματίζουμε με τη φαντασία μας την εικόνα έντονα διακοσμημένων δωματίων με ξύλινα δάπεδα και χαμηλό φωτισμό. Η εικόνα αυτή, σύμφωνα με τις ιστορικές μελέτες, είναι μάλλον παραπλανητική και εν μέρει ανακριβής. Στην πραγματικότητα, τα περισσότερα πατώματα ήταν μια πιο «περιποιημένη» εκδοχή του εδάφους, ενώ οι επισκέπτες αναγκάζονταν να είναι ιδιαίτερα προσεκτικοί για να μην μεταφέρουν τη λάσπη και τη σκόνη του «εξωτερικού εδάφους» στην πιο περιποιημένη εκδοχή αυτού.
Τα ξύλινα δάπεδα πρωτοεμφανίστηκαν σε σπίτια στην αποικιακή Αμερική κατά τις αρχές του 17ου αιώνα. Ήταν, όμως, εντελώς διαφορετικά από τα σημερινά. Η ξύλινη επένδυση πάνω από το έδαφος ήταν αρκετά χοντροκομμένη, ταπεινή και άκομψη, κυρίως επειδή χρησιμοποιήθηκαν ως πρώτη ύλη τα ηλικιωμένα, με χοντρούς κορμούς, δέντρα των εγκαταλελειμμένων δασών της ηπείρου. Στόχος ήταν το πάτωμα να είναι όσο πιο παχύ γινόταν, χαρακτηριστικό που θα εξασφάλιζε και την ανθεκτικότητα του ενάντια στη φθορά της χρήσης και του χρόνου.
Στην εποχή του Μπαρόκ (1625-1715) τα ξύλινα δάπεδα πήραν τη μορφή με την οποία τα βλέπουμε σήμερα να κοσμούν τα σπίτια μας. Έγιναν πιο κομψά και λεπτοδουλεμένα, ενώ η τεχνική του παρκέ, που εμφανίστηκε εκείνη την εποχή, τα τελειοποίησε. Το παρκέ είναι μια μέθοδος ένωσης των κομματιών του ξύλου ώστε να σχηματίζονται γεωμετρικά σχέδια. Εκείνη την εποχή κυριάρχησαν κυρίως το ψαροκόκαλο και το διαμάντι. Η δημιουργία της τεχνοτροπίας αυτής τοποθετείται στα μέσα περίπου του 17ου και εντοπίζεται στο χώρο των ανακτόρων των Βερσαλλιών. Το μέγεθος των αιθουσών στα ανάκτορα ήταν τόσο μεγάλο, που η καθαριότητα σε όσες διέθεταν μάρμαρα ήταν μια δύσκολη υπόθεση. Αλλάχθηκαν, λοιπόν, τα πατώματα στις αίθουσες αυτές, με σκοπό η επιφάνεια τους να είναι λεία και να διευκολύνονται οι υπηρέτες στη διαδικασία της καθαριότητας.
Για μεγάλο χρονικό διάστημα, τα ξύλινα δάπεδα επιλέγονταν μόνο από εμπόρους και πλούσιους. Το γεγονός ότι κάθε κομμάτι ξύλου έπρεπε να επεξεργαστεί στο χέρι από τον τεχνίτη, καθιστούσε το κόστος υπέρογκο και απαγορευμένο για τη μεγαλύτερη μερίδα του φτωχού πληθυσμού. Με τη βιομηχανική επανάσταση, η κατάσταση σιγά σιγά άρχισε να αλλάζει στο χώρο των ξύλινων δαπέδων. Η εφεύρεση ατμομηχανών για την επεξεργασία της πρώτης ύλης συνέβαλε στη μαζική παραγωγή επεξεργασμένων κομματιών ξυλείας με βελτιωμένη όψη, κατάλληλων για κάθε χρήση. Η χρήση τους έτσι επεκτάθηκε προς τα τέλη του 19ου, όταν ο μέσος Αμερικανός πολίτης ξεκίνησε να τα επιλέγει αρχικά για το σαλόνι και την κουζίνα του και στη συνέχεια για τα υπνοδωμάτια.
Παρότι τα ξύλινα δάπεδα αποτελούν μια επιλογή που έρχεται από το παρελθόν, με τη χρήση των νέων τεχνολογιών και των πιο σύγχρονων υλικών, παραμένουν ανταγωνιστικά και στη σύγχρονη εποχή. Βρίσκονται και θα βρίσκονται πάντα εντός των τάσεων της διακόσμησης. Προσδίδουν κλασικό στυλ και μινιμαλιστική κομψότητα στο χώρο, ενώ έχουν διαχρονική και αξεπέραστη αξία. Χαρίζουν θαλπωρή, ζεστασιά και γαλήνη, εκπέμποντας μια ασύγκριτη αρχοντική ομορφιά. Βασικό τους πλεονέκτημα αποτελεί το γεγονός ότι είναι φιλικά προς το περιβάλλον (καθότι απαιτούν τη λιγότερη κατανάλωση ενέργειας και νερού κατά τη διαδικασία της παραγωγής τους).
Δικαίως, λοιπόν, ένα σωστά τοποθετημένο και με φροντίδα περιποιημένο ξύλινο δάπεδο μαγνητίζει πρώτο το βλέμμα όταν εισέρχεται κάποιος σε ένα δωμάτιο.