Μια τεχνική που βρίσκει εφαρμογή σε δάπεδα βιομηχανικών χώρων, υπόγεια γκαράζ αλλά και σε σύγχρονες κατοικίες είναι η κατεργασία της επιφάνειας του δαπέδου με λειότριψη και επιφανειακή σκλήρυνση. Μέσα απο αυτή την τεχνική η επιφάνεια του δαπέδου γίνεται λεία και ανθεκτική σε καταπονήσεις.
Δάπεδα αυτού του τύπου συναντούμε κυρίως σε χώρους όπου έχουμε ανάγκη για μια επιφάνεια απόλυτα επίπεδη και λεία ώστε να μην υπάρχουν εμπόδια που δυσχεραίνουν την μετακίνηση αντικειμένων και φορτίων και συγχρόνως μπορούν να καθαριστούν εύκολα με χρήση νερού. Τα δάπεδα αυτά μπορούν επιπρόσθετα να αδιαβροχοποιηθούν με χρήση ειδικού βερνικιού που φράζει τους επιφανειακούς πόρους αλλά και να βαφούν με χρώματα δαπέδου ή ακόμη και να διαστρωθούν με εποξειδικές βαφές ωστε να προσδώσουν στην επιφάνεια ιδιότητες όπως αγωγιμότητα και αντιολισθηρότητα.
Για να έχουμε ένα τελικό αποτέλεσμα βιομηχανικού τύπου σε ένα δάπεδο πρέπει κατά την διάστρωση του σκυροδέματος να χρησιμοποιηθεί μαστάρι ή κατα προτίμηση δονητικός πύχυς ώστε να έχουμε απόλυτα επίπεδη επιφάνεια.
Ειδικότερα, όταν πρόκειται για εδαφόπλακα πρέπει να προετοιμάσουμε σωστά την υπόβαση του δαπέδου κατά τέτοιο τρόπο ώστε να πετύχουμε το μέγιστο της συμπύκνωσης με χρήση δονητικών πλακών και διαδοχικής διαβροχής.
Εν συνεχεία τοποθετούμε πασσαλάκια Φ8 ή Φ10 σε κάναβο όχι μεγαλύτερο απο 3 μέτρα και με χρήση χωροβάτη καθορίζουμε το σημείο της άνω στάθμης του δαπέδου. Αυτά τα σημεία θα αποτελέσουν την αναγκαία βοήθεια κατα την διάστρωση του σκυροδέματος ώστε να αποφύγουμε τις ανωμαλίες στην επιφάνεια του δαπέδου.
Το σκυρόδεμα κατα την διάστρωση του πρέπει να βρίσκεται στην σωστή αναλογία νερού – τσιμέντου και αν οι ανάγκες διάστρωσης είναι τέτοιες που να απαιτούν μεγαλύτερη εργασιμότητα του σκυροδέματος χρησιμοποιούμε χημικά πρόσθετα που αντικαθιστούν το νερό χωρίς να αλλοιώνουν τις αντοχές του σκυροδέματος.
Όταν το δάπεδο σκυροδέματος αρχίζει να γίνεται βατό ( να περπατάμε χωρίς να βουλιάζουμε ) αρχίζει η διαδικασία λειότριψής του με ειδικές μηχανές κατεργασίας ( ελικοπτεράκια ) που στο κάτω τμήμα τους φέρουν πτερωτές με σπάτουλες. Οι μηχανές αυτές λειαίνουν την επιφάνεια του δαπέδου πιέζοντας τα αδρανή του σκυροδέματος προς τα κάτω. Η διαδικασία αυτή γίνεται με διαδοχικές ρίψεις νερού κατα τόπους ώστε να εξασφαλίζουμε την εργασιμότητα της επιφάνειας του σκυροδέματος καθ’όλη την διαδικασία.
Μετα την πάροδο 2-3 ωρών και αφού διαπιστώσουμε οτι το σκυρόδεμα έχει ωριμάσει σε ικανοποιητικό βαθμό, αρχίζουμε ρίψεις μείγματος χαλαζιακής άμμου και τσιμέντου ενω παράλληλα εργαζόμαστε με τις μηχανές λειότριψης. Το μείγμα χαλαζιακής άμμου και τσιμέντου είναι το απαραίτητο συστατικό που θα δώσει την απαραίτητη σκληρότητα στην επιφάνεια του δαπέδου και μπορεί να είναι είτε ενσακισμένο έιτε να παραχθεί επι τόπου του έργου με προσοχή στην σωστή αναλογία των συστατικών.
Η παραπάνω διαδικασία διαρκεί μέχρις ώτου η επιφάνεια του δαπέδου γίνει γυαλιστερή, χωρίς να διακρίνονται ίχνη απο τις πτερωτές των μηχανημάτων.
Με την πάροδο 24 ωρών πρέπει να γίνει αρμοκοπή του δαπέδου σε βάθος 4 εκατοστών κατ’ ελάχιστον και σε κάναβο όχι μεγαλύτερο των 5 μέτρων. Η αρμοκοπή του δαπέδου γίνεται για την εκτόνωση των συστολοδιαστολών του σκυροδέματος στους αρμούς που θα δημιουργήσουμε και την αποφυγή ρηγματώσεων της μάζας του σκυροδέματος.
Τέλος, οι αρμοί γεμίζονται με ειδικές μαστίχες που επιτρέπουν στον αρμό να λειτουργεί αλλά παράλληλα δεν επιτρέπουν ξένα σωματίδια και το νερό να εισχωρήσουν στο δάπεδο.