Τα επιστημονικά βιβλία ορίζουν ως τοιχοποιία «τα πλήρη κατακόρυφα στοιχεία μιας οικοδομής». Λιθοδομές (από φυσική πέτρα), πλινθοδομές (από τεχνητούς λίθους), οπτοπλινθοδομές (από ψημένα τούβλα) και χυτές ( π.χ. από οπλισμένο σκυρόδεμα), χαρακτηρίζονται σταθερές, μόνιμες τοιχοποιίες. Υπάρχουν κι άλλα είδη όπως μεταλλικές, ξύλινες, γύψινες κλπ., που αποτελούν τις κινητές τοιχοποιίες.
Με την εμφάνιση του ανθρώπου στη γη γεννήθηκε και η ανάγκη για τη στέγασή του. Οι σπηλιές ήταν η πρώτη κατοικία και του την προσέφερε η φύση. Όταν αυτές έπαψαν να εξυπηρετούν τις ανάγκες του, ο άνθρωπος αναγκάστηκε να κατασκευάσει ο ίδιος την κατοικία του. Σύμφωνα με τις πηγές η πρώτη αυτή κατοικία κατασκευάστηκε από κορμούς δέντρων και κλαδιά πλεγμένα μεταξύ τους και έκανε την εμφάνισή της στην Παλαιολιθική εποχή. Αργότερα έφτιαξε λάσπη και κάλυψε τα κλαδιά δημιουργώντας την πρώτη μόνωση.Από τότε κύλησε πολύ νερό στο αυλάκι της Ιστορίας και εξελισσόμενος ο άνθρωπος, άρχισε να κτίζει. Το μόνο υλικό που υπήρχε στη φύση και μπορούσε να κτιστεί ήταν η πέτρα (λιθοδομές). Στην αρχή την έκτισε τοποθετώντας τα κομμάτια της χωρίς λάσπη (ξερολιθιά) και στη συνέχεια τα συνέδεσε με λάσπη και έκανε την τοιχοποιία πιο γερή.
Με την πάροδο του χρόνου κατασκεύασε πλίνθους από πηλό, αρχικά χειροποίητους και μετά με τη χρήση καλουπιών. Οι τοιχοποιίες από πλίνθους λέγονται πλινθοδομές. Μετά έψησε τους πλίνθους για να τους κάνει πιο ανθεκτικούς στα καιρικά φαινόμενα (οπτοπλινθοδομές). Οι πλινθοδομές καθιερώθηκαν κατά τον 20ο αιώνα. Η κατασκευή τους ήταν πιο ευέλικτη άρα και οικονομικότερη της λιθοδομής (πέτρα).
Δύο είναι οι κύριες κατηγορίες τοιχοποιίας ανάλογα με τις καταπονήσεις που υφίστανται: η τοιχοποιία πληρώσεως, όταν υπάρχει «φέρων οργανισμός» σε μια οικοδομή, δηλαδή ο σκελετός από μπετόν. Η τοιχοποιία σ΄αυτή την περίπτωση «πληρώνει», καλύπτει τα κενά του φέροντος οργανισμού (πχ ανάμεσα στις κολώνες). Η άλλη κατηγορία είναι οι φέρουσες τοιχοποιίες. Πάνω τους στηρίζονται άλλα δομικά στοιχεία όπως πλάκα από μπετόν ή στέγη.
Σήμερα θα ασχοληθούμε με τις πλινθοδομές και πιο ειδικά με τις οπτοπλινθοδομές. Πιο πάνω αναφέραμε πως ο άνθρωπος από ανάγκη για κατασκευή πιο ευέλικτης και οικονομικής κατοικίας ανακάλυψε τους πλίνθους και στη συνέχεια τους οπτόπλινθους (τούβλα). Η τεχνολογική εξέλιξη του επέτρεψε να τυποποιήσει την παραγωγή τους, προσθέτοντάς τους πολλά πλεονεκτήματα απέναντι στην πέτρα. Χαμηλότερο κόστος παραγωγής στο εργοστάσιο, συγκεκριμένες διαστάσεις και ομοιομορφία, που δίνουν στον τεχνίτη-κτίστη «ευκολίες» στην κατασκευή τοιχοποιίας (περισσότερα μέτρα) και φυσικά πολλές επιλογές στον σχεδιασμό της οικοδομής από τον αρχιτέκτονα.
Τα πρώτα τούβλα ήταν συμπαγή άρα είχαν και μεγαλύτερο βάρος. Από τη μια πλευρά τους είχαν λεία επιφάνεια και από την άλλη μια μικρή λακκούβα για να δένει καλύτερα το τούβλο με τη λάσπη. Η πιο συνηθισμένη τους διάσταση: 21χ10χ4 εκατοστά.
Μικρά τούβλα (εξάοπα) με διαστάσεις 6x9x19 εκατοστά. Η ανάγκη για μικρότερο βάρος οδηγεί στα διάτρητα τούβλα, αυτά με τα οποία κτίζουμε σήμερα τη συντριπτική πλειονότητα των οικοδομών. Οι τρύπες παρέχουν και κάποιες μονωτικές ιδιότητες. Επίσης χρησιμεύουν στο να προσφύεται καλύτερα η λάσπη και να γίνεται πιο ισχυρή η τοιχοποιία.
Οι τοιχοποιίες αναλόγως με τα τούβλα και με τον τρόπο που κτίζονται, χωρίζονται στις κατηγορίες:
ΟΡΘΟΔΡΟΜΙΚΗ είναι η τοιχοποιία στην οποία ο τοίχος έχει πάχος 6 εκατοστά. Παλαιότερα χρησιμοποιούνταν στην κατασκευή τοίχων που δέχονταν συρόμενα (χωνευτά) κουφώματα, για εξοικονόμηση λίγων εκατοστών στο πάχος του τοίχου. Σήμερα για λόγους στατικότητας δεν χρησιμοποιείται.
ΔΡΟΜΙΚΗ (πάχους 9 εκατοστών) είναι η τοιχοποιία που χρησιμοποιούμε για την κατασκευή των εσωτερικών χωρισμάτων. Επίσης κτίζοντας δύο δρομικούς τοίχους και τοποθετώντας ανάμεσά τους θερμομονωτικό υλικό, κατασκευάζουμε τους εξωτερικούς τοίχους μιας οικοδομής.
ΔΡΟΜΙΚΗ (πάχους 12 εκατοστών): αλλάζει μόνο το πάχος του τοίχου με αποτέλεσμα να γίνεται πιο ισχυρός, κατά τα άλλα ίδια χρήση με τη δρομική των 9 εκατοστών.
ΜΠΑΤΙΚΗ είναι η τοιχοποιία στην οποία ο τοίχος έχει πάχος όσο το μήκος του τούβλου, 19 εκατοστά. Παλαιότερα υπήρχαν διάφοροι τρόποι κτισίματός της. Σήμερα έχει επικρατήσει αυτός με την ονομασία «ντάμα», γιατί η εμφάνιση του τοίχου θυμίζει το ταμπλό πάνω στο οποίο παίζεται το ομώνυμο παιχνίδι. Η φέρουσα τοιχοποιία κατασκευάζεται υποχρεωτικά από μπατικούς ή υπερμπατικούς τοίχους.
ΨΑΘΩΤΗ (πάχος 19 εκατοστά) είναι η τοιχοποιία με διάκενο στο εσωτερικό της. Κτίζεται από δύο σειρές μικρά τούβλα (εξάοπα) όρθια, ανά διαστήματα δεμένα μεταξύ τους με τούβλα κάθετα (κλειδιά). Είναι εξωτερική τοιχοποιία και παρείχε μια μόνωση στην οικοδομή εξαιτίας του διάκενου ανάμεσα στα τούβλα. Αυτό το είδος τοιχοποιίας θεωρείται σήμερα ξεπερασμένο (καταργήθηκε όταν εμφανίστηκαν και άρχισαν να χρησιμοποιούνται τα θερμομονωτικά υλικά).ΥΠΕΡΜΠΑΤΙΚΗ είναι η τοιχοποιία στην οποία ο τοίχος έχει πάχος όσο ένας δρομικός και ένας μπατικός μαζί, δηλαδή 29 εκατοστά και δεν χρησιμοποιείται πολύ σήμερα παρά μόνο σε περιπτώσεις φέρουσας τοιχοποιίας.
1) ΛΙΘΟΔΟΜΕΣ
Οι λιθοδομές (κτισμένος τοίχος από πέτρα) είναι το πιο παλιό είδος τοιχοποιίας. Στην Ελληνική παραδοσιακή αρχιτεκτονική η δόμηση με φυσικούς λίθους είναι η συνηθέστερη. Στις μέρες μας όμως δεν είναι συνηθισμένο το κτίσιμο κτιρίων εξ ολοκλήρου από πέτρα λόγω του υψηλού κόστους υλικών και εργασίας. Είναι διαδεδομένη όμως η κατασκευή λιθοδομής με τον τρόπο της επένδυσης, της ήδη υπάρχουσας οπτοπλινθοδομής. Η λιθοδομή χωρίζεται σε διαφορετικές κατηγορίες, ανάλογα με την επεξεργασία της πέτρας. Τα πιο γνωστά είδη λιθοδομών είναι:
α. Ξηρολιθοδομές
Ξηρολιθοδομές ή ξερολιθιές ή ξερολίθια, είναι οι λιθοδομές που κτίζονται χωρίς κονίαμα (λάσπη) και με σχετικά μικρή – επιτόπια επεξεργασία της πέτρας. Είναι η παλαιότερη μέθοδος λιθοδομής. Σήμερα τείνει να εγκαταλειφθεί ή χρησιμοποιείται μόνο σε κατασκευές με μικρή σημασία, (μικρά βοηθητικά κτίσματα, χαμηλοί τοίχοι αντιστήριξης, ή χαμηλές διαχωριστικές μάντρες).
β . Αργολιθοδομές
Αργολιθοδομές λέγονται οι τοιχοποιίες που γίνονται με αργούς λίθους (έχουν υποστεί πολύ μικρή ή και καθόλου επεξεργασία) και κονίαμα. Χρησιμοποιούνται σε τοίχους υπογείων, αντιστήριξης, αλλά και σε ανωδομές κτιρίων. Το ελάχιστο πάχος μιας αργολιθοδομής είναι 45 έως 50 εκατ.
γ. Ημιλαξευτές Λιθοδομές
Η λιθοδομή κτίζεται από την μια και σπανιότερα από τις δύο πλευρές με μισολαξευμένες πέτρες, ενώ ο υπόλοιπος όγκος της οικοδομής κτίζεται με αργούς λίθους.
Ημιλαξευτές είναι οι λιθοδομές οι οποίες κατασκευάζονται με μισολαξευμένες πέτρες (έχουν υποστεί μεγαλύτερη επεξεργασία από αυτή των αργολιθοδομών) και κονίαμα. Χρησιμοποιούνται σε περιπτώσεις που μας ενδιαφέρει η εμφάνιση της τοιχοποιίας όπως κατοικίες μνημειακά κτίρια και γενικά για τοίχους υπογείων και ισογείων.
δ. Λαξευτές Λιθοδομές
Σήμερα χρησιμοποιείται κονίαμα αλλά η σημασία του είναι πάρα πολύ μικρή. Το πάχος των αρμών είναι μόνο 3 έως 6 χιλ. ενώ στις αργολιθοδομές το αντίστοιχο πάχος είναι 2 έως 3 εκατ.
Η λαξευτή τοιχοποιία είναι ο αρχαιότερος τρόπος κατασκευής λιθοδομών, με τον οποίο έχουν κτισθεί πολύ σημαντικά μνημεία. Η κάθε πέτρα έχει υποστεί τέτοια επεξεργασία που έχει αποκτήσει πλήρως το σχήμα που χρειάζεται για την κατασκευή της λιθοδομής.
Με λαξευτές τοιχοποιίες κατασκευάζονται τοίχοι σε οικοδομικά έργα, βάθρα σε γέφυρες, αψίδες, θόλοι, τοίχοι αντιστήριξης κ.τ.λ. Στην αρχαιότητα η δόμηση γινόταν χωρίς κονίαμα. Άλλωστε η αντοχή της τοιχοποιίας βασίζεται στην απόλυτη έδραση και στην εμπλοκή των λίθων . Για να ενισχυθεί όμως η κατασκευή χρησιμοποιούσαν μεταλλικούς συνδετήρες.
2) ΤΟΙΧΟΠΟΙΊΆ με «τούβλα» από αφρομπετόν (ALFABLOCK ή YTONG)
Τα «τούβλα» αυτά είναι ένα σύγχρονο δομικό υλικό που παράγεται από κυψελωτό μπετόν, το οποίο μετά από υδροθερμική κατεργασία αποκτά πόρους και αφρώδη υφή. Οι πρώτες ύλες για την κατασκευή του είναι το τσιμέντο, τα πυριτικά συστατικά, το νερό και το διογκωτικό μέσο (διάλυμα αφρογόνου ουσίας που δημιουργεί φυσαλίδες κατά την επαφή του με τον αέρα, οι οποίες εγκλωβίζονται στο μίγμα).
Κτίζονται με κονίαμα ή με ειδική κόλλα και ανά 2,5 έως 4 μέτρα κατασκευάζεται σενάζ. Οι δύο όψεις στη συνέχεια επιχρίονται με ένα λεπτό στρώμα επιχρίσματος ή μένουν ανεπίχριστες. Άλλος τρόπος είναι το στοκάρισμα με το ίδιο υλικό συγκόλλησης κόλλα) και στη συνέχεια βάψιμο του τοίχου.
3) Οπτοπλινθοδομή από τούβλα ΓΕΜΙΣΤΑ ΜΕ ΠΟΛΥΟΥΡΕΘΑΝΗ
Είναι τούβλα που στην σχεδίαση τους έχει προβλεφθεί χώρος για τοποθέτηση θερμομονωτικού υλικού (πολυουρεθάνης), πράγμα που ενισχύει την θερμική αντίσταση της τοιχοποιίας. Οι διαστάσεις τους είναι ίδιες με αυτές της μπατικής οπτοπλινθοδομής.
Απαιτείται ιδιαίτερη προσοχή κατά την τοποθέτηση του μονωτικού υλικού, για την επιτυχή πλήρωση των κενών στο εσωτερικό των τούβλων. Υπάρχουν επίσης τα ειδικά θερμομονωτικά τούβλα εξωτερικής τοιχοποιίας που εξασφαλίζουν ικανοποιητική θερμομόνωση.
4) Τοιχοποιία με ΔΙΑΚΟΣΜΗΤΙΚΑ ΤΟΥΒΛΑ
Τα διακοσμητικά τούβλα είναι συμπαγή τούβλα που παράγονται σε διάφορες διαστάσεις. Υπάρχει μεγάλη ποικιλία σε χρωματισμούς. Τοποθετούνται για διακοσμητικές επενδύσεις τοίχων εσωτερικών ή εξωτερικών, τζακιών κ.τ.λ. Εξωτερικά η επιφάνεια τους είναι λεία.
5) Τοιχοποιία από ΠΥΡΟΤΟΥΒΛΑ
Τα πυρότουβλα είναι συμπαγή, μεγαλύτερα και πιο βαριά από τα κοινά τούβλα, ενώ το κονίαμα που χρησιμοποιούμε για την δόμηση τους γίνεται από πυρόχωμα, την άργιλο δηλαδή με την οποία παράγεται και το ίδιο το πυρότουβλο.
Τα πυρότουβλα ή πυρίμαχα τούβλα χρησιμοποιούνται σε τζάκια, φούρνους, καπνοδόχους, κλπ. Δεν παράγονται από την κοινή άργιλο, αλλά από ειδική άργιλο μεγάλου σημείου τήξης. Είναι αρκετά ανθεκτικά στις υψηλές θερμοκρασίες και δεν προκαλούνται ρωγμές ή παραμορφώσεις από την επίδραση υψηλών θερμοκρασιών.
6) Τοιχοποιία από ΤΣΙΜΕΝΤΟΛΙΘΟΥΣ
Δεν χρειάζονται ψήσιμο και μπορούν να κατασκευασθούν φθηνότερα και γρηγορότερα στο εργοτάξιο που υπάρχουν οι πρώτες ύλες, και οι διαστάσεις τους είναι μεγαλύτερες από των τούβλων, (16x17x33), κτίζονται γρηγορότερα και πιο οικονομικά από αυτά.
Τσιμεντολιθοδομές ονομάζονται οι λιθοδομές που γίνονται από τσιμεντόλιθους και οι οποίες πριν μερικά χρόνια είχαν εκτεταμένη χρήση στην χώρα μας. Σε σχέση με τις οπτοπλινθοδομές παρουσίαζαν κάποια πλεονεκτήματα, που άλλωστε ήταν και ο λόγος της ευρείας χρήσης τους.
Οι τσιμεντόλιθοι κατασκευάζονται από τσιμεντοκονίαμα που περιέχει ένα μέρος τσιμέντου και 4 έως 5 μέρη χοντρής άμμου με καλή κοκκομετρική σύνθεση. Προστίθενται επίσης αδρανή παρόμοια με αυτά των οπτοπλίνθων (σκύρα ψημένη άργιλος, κ.τ.λ.). Η τελική τους μορφή είναι ορθογώνιο παραλληλεπίπεδο. Αυτό το σχήμα το παίρνει σε ειδικά μεταλλικά καλούπια μετά από συμπίεση και δόνηση.
Οι τσιμεντόλιθοι είναι διάτρητοι, με οπές ορθογώνιες ή άλλης μορφής έτσι παρά τις μεγάλες τους διαστάσεις δεν έχουν υπερβολικό βάρος (ένας τσιμεντόλιθος ζυγίζει περίπου 11 κιλά). Προκειμένου να κτισθεί ένας τοίχος από τσιμεντόλιθους με πάχος 17 εκατ. χρειάζονται 14 τσιμεντόλιθοι διαστάσεων 16x17x33. Τα μειονεκτήματά τους, λόγω των οποίων μειώθηκε η χρησιμοποίησή τους είναι:
Α)Η δυσκολία κατασκευής τοίχων που η μορφή τους να έχει γωνίες και πολύπλοκα σπασίματα (εσοχές, εξοχές κ.τ.λ.).
Β)Η δυσκολία να ανοίξουν τρύπες ή να τεμαχιστούν για τις ανάγκες της οικοδομής όπως π.χ. για τοποθέτηση υδραυλικών και ηλεκτρικών εγκαταστάσεων.
Γ)Η μειωμένη ικανότητά τους σε ηχομόνωση και θερμομόνωση.
Δ)Η υγροαπορροφητικότητα.
Όταν στους τσιμεντόλιθους υπάρχουν κατάλληλες οπές μπορούμε αφού τοποθετήσουμε κατακόρυφο οπλισμό και πληρώσουμε τις τρύπες με κονίαμα να αποκτήσουμε μια κατασκευή με βελτιωμένη αντοχή. Σε αυτές τις περιπτώσεις οι τοιχοποιίες από τσιμεντόλιθους μπορούν να είναι φέρουσες αλλά μόνο για χαμηλές κατασκευές.
7) Τοιχοποιία από ΥΑΛΟΤΟΥΒΛΑ
Χρησιμοποιούνται για τον έμμεσο φωτισμό χώρων στους οποίους δεν μπορούμε να ανοίξουμε κανονικό κούφωμα. Επειδή έχουν μειωμένη αντοχή είναι καλό να αποφεύγονται οι μεγάλες φορτίσεις γι’ αυτό συνήθως δομούνται σε μικρές επιφάνειες.
Τα υαλότουβλα σπάνια είναι συμπαγή. Συνήθως είναι με κενό στο εσωτερικό τους. Οι πλευρές τους είναι διαμορφωμένες με εγκοπές ή έχουν επικολλημένη μια αμμώδη στρώση ώστε να επιτυγχάνεται απόλυτη σύνδεση με το κονίαμα. Έχουν σχήμα ορθογώνιου παραλληλεπιπέδου και οι διαστάσεις τους είναι 19x19x7.
Στην συνέχεια οι επιφάνειες τους πακτώνονται σε εγκοπές του τοίχου ή σε οδηγούς αλουμινίου, σχήματος ανεστραμμένου Π. με την βοήθεια τσιμεντοκονιάματος ή ειδικής μαστίχας.
Κατά τη δόμηση των υαλότουβλων δεν χρειάζεται η εμπλοκή τους, αντίθετα οι αρμοί πρέπει να είναι σαφείς τόσο σε κατακόρυφο όσο και σε οριζόντιο επίπεδο. Αυτό συμβαίνει γιατί προκειμένου να δομηθούν, τοποθετείται οπλισμός ανάμεσα στους αρμούς δύο γειτονικών υαλότουβλων.
8) Τοιχοποιία από ΓΥΨΟΣΑΝΙΔΕΣ
Τα τελευταία χρόνια, η αντίληψη για την διαρρύθμιση των εσωτερικών επαγγελματικών χώρων και κυρίως για τους χώρους γραφείων, έχει αλλάξει. Πολλά γραφεία αναδιαμορφώνονται μερικώς ή ολοκληρωτικά συχνά. Από αυτή την ανάγκη, προέκυψαν οι κατασκευές ελαφρών χωρισμάτων, τα οποία προσαρμόζονται εύκολα και γρήγορα, σε κάθε χώρο.
Τα ελαφρά χωρίσματα κατασκευάζονται συνήθως από γυψοσανίδες. Σε σχέση με την κοινή τοιχοποιία έχουν πολλά πλεονεκτήματα όπως, η ταχύτητα κατασκευής, το μικρό βάρος, η έλλειψη ανάγκης επιχρισμάτων κ.λ.π. Τα συστήματα αυτά έχουν μεγάλη ποικιλία σε διάφορες τυποποιημένες ή κατά παραγγελία διαστάσεις. Ο τρόπος συναρμολόγησης τους, δίνει τη δυνατότητα να μεταβάλλονται συνεχώς και να ικανοποιούν τις απαιτήσεις κάθε μελέτης.
Οι γυψοσανίδες κατασκευάζονται βιομηχανικά με ορυκτό γύψο, ο οποίος ανακατεύεται (μέσα σε ειδικό αναμείκτη) με φυτικές ίνες ή πριονίδια ξύλου και ανάλογη ποσότητα νερού. Στην συνέχεια το μείγμα συμπιέζεται σε ειδικές πρέσσες από όπου βγαίνει σε πλάκες διαφόρων τυποποιημένων διαστάσεων.
Τα ελαφρά χωρίσματα περιλαμβάνουν ξύλινο ή μεταλλικό σκελετό και επικάλυψη από γυψοσανίδες. Η συναρμολόγηση τους είτε γίνεται επί τόπου, είτε στο εργοστάσιο, όπου προκατασκευάζονται οπλισμένα πανό με επικάλυψη ενσωματωμένη στον σκελετό. Τα προκατασκευασμένα αυτά πανό συνδέονται μεταξύ τους επί τόπου στον χώρο που θα τοποθετηθούν.
Όσον αφορά τον τρόπο τοποθέτησης του χωρίσματος, αρχικά χαράσσεται το ίχνος του στο δάπεδο, την οροφή και τους τοίχους. Στην συνέχεια προσαρμόζονται πάνω στο ίχνος, οι μεταλλικές υποδοχές που χρησιμεύουν ως οριζόντιοι και κατακόρυφοι οδηγοί του χωρίσματος.
Η απόσταση των ορθοστατών είναι ανάλογη με το πάχος των γυψοσανίδων. Δηλαδή για πάχος γυψοσανίδων περίπου 10 χιλιοστά, οι ορθοστάτες απέχουν το πολύ 15 εκατοστά μεταξύ τους, ενώ για πάχος γυψοσανίδας 12-50 χιλιοστά η απόσταση των ορθοστατών είναι 60 εκατοστά.
Σε οριζόντια διεύθυνση ο σκελετός φέρει τουλάχιστον μια οριζόντια δοκίδα στο ελεύθερο ύψος του. Εάν υπάρχουν ανοίγματα στο χώρισμα, αυτά πλαισιώνονται με ορθοστάτες και οριζόντιες δοκίδες.
Επειδή οι γυψοσανίδες δεν πρέπει να πιεστούν κατά την τοποθέτηση τους, κόβονται κατά 1-2 εκατοστά μικρότερες από το ύψος που πρόκειται να καλύψουν. Κατά την τοποθέτησή τους έρχονται σε επαφή με την οροφή με την βοήθεια μικρών σφηνών, που τοποθετούνται στην κάτω ακμή τους.
Γενικά κατά την τοποθέτηση χωρισμάτων με γυψοσανίδες, όταν έχουμε πλήρη τοιχοποιία ξεκινούμε από τον τοίχο του κτιρίου. Σε περίπτωση όμως που υπάρχει άνοιγμα στο χώρισμα, τότε ξεκινούμε την τοποθέτηση των γυψοσανίδων από την θέση του ανοίγματος.
Οι αρμοί που δημιουργούνται μεταξύ των γυψοσανίδων γεμίζουν με ειδικό γυψόστοκο, ο οποίος καλύπτεται με χάρτινη ταινία ή αυτοκόλλητη ταινία από πλέγμα υαλοϊνών. Η στερέωση των γυψοσανίδων στον σκελετό ανάλογα με το υλικό κατασκευής του, γίνεται με καρφιά ή ειδικές βίδες.